We cannot solve our problems with the same thinking we used when we created them.
A. Einstein
Το μελοποιημένο ποίημα Μαλαματένια Λόγια γράφτηκε από τον Μάνο Ελευθερίου κι αποτελεί ένα από ομορφότερα τραγούδια που έχουν γραφτεί τον περασμένο αιώνα στην χώρα μας.
Θα προσπαθήσω μια ανάλυση του τραγουδιού. Δεν ξέρω αν κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει με μετρήσιμη επιτυχία καθότι το ποίημα είναι πρωτίστως τέχνη κι όχι ιστορική καταγραφή. Ως τέτοια, μεγαλύτερη σημασία έχουν τα αισθήματα που προκαλεί κι όχι η ιστορική ακρίβεια.
Πρέπει να έχουμε υπόψιν την διάκριση μεταξύ ιστορικών πράξεων και τέχνης κατά A. Shopenhauer όπως την μεταφέρει ο χρήστης StavmanR στο Forum του MusicHeaven, όταν μιλούμε για ανάλυση ποίησης ή στίχων.
Η εξωτερική σπουδαιότητα μιας πράξης μετριέται ανάλογα με τις επιδράσεις της πάνω στον πραγματικό κόσμο και με τις συνέπειες της για τον πραγματικό κόσμο. Η εσωτερική όμως σπουδαιότητα έγκειται στον βαθύ ορίζοντα που η πράξη αυτή ανοίγει μπροστά μας απλώνοντας φως πάνω σε μερικές πλευρές της ανθρώπινης φύσης, που αλλιώς θα περνούσαν απαρατήρητες. Μονάχα η εσωτερική σημασία της πράξης έχει αξία για την τέχνη. Η εξωτερική σημασία των πράξεων παρουσιάζει ενδιαφέρον για την ιστορία. Η μια είναι εντελώς ανεξάρτητη από την άλλη και μπορούν αδιάφορα να συνυπάρχουν και οι δύο μαζί ή να παρουσιάζονται χωριστά. Μια σημαντική πράξη για την ιστορία, μπορεί, αν την εξετάσουμε καθαυτή, να ‘ναι κοινότατη κι ολωσδιόλου ασήμαντη. Αντίθετα, πάλι, μια συνηθισμένη σκηνή της καθημερινής ζωής, μια οποιαδήποτε οικογενειακή σκηνή μπορεί να παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον , από ιδεαλιστική άποψη, αν τύχει και φωτίζει άπλετα και ζωηρά τα ανθρώπινα όντα, τις πράξεις τους και τους πόθους τους μ’ ένα φως που φτάνει ως τις πιο απόκρυφες πτυχές του βάθους τους. Όποια κι αν είναι λοιπόν η σπουδαιότητα του επιδιωκόμενου σκοπού και τα επακόλουθα της πράξης, η ουσία μπορεί να είναι η ίδια. Έτσι είναι για την τέχνη αδιάφορο αν θα δουλέψει πάνω σε θέμα υπουργών που σκυμμένοι πάνω στο χάρτη διαφιλονικούν αναμεταξύ τους για χώρες και λαούς ή χωρικών που καθισμένοι γύρω σε ένα τραπέζι ταβέρνας φιλονικούν για την έκβαση μιας παρτίδας πρέφας. Το θέμα είναι εντελώς αδιάφορο, όπως αδιάφορο είναι για το σκακιστή αν παίζει σκάκι με χρυσά ή ξύλινα πιόνια. A. Shopenhauer
Την 1η Μαΐου του 1944 στο «σκοπευτήριο της Καισαριανής» εκτελούνται 200 Έλληνες αγωνιστές από τα κατοχικά στρατεύματα ως εκδίκηση για τον θάνατο ενός Γερμανού στρατηγού. Ο Ελευθερίου είναι μόλις 6 ετών αλλά το γεγονός αυτό στιγμάτισε μια ολόκληρη γενιά και στα μάτια των Κομμουνιστών τουλάχιστον, η εκτέλεση συνδέθηκε άρρηκτα με τα ιδεολογικά ξαδέλφια των Ναζί στην Ελλάδα, τους ακροδεξιούς1.
Η Ελλάδα του 1946 είναι ιδεολογικά διχοτομημένη σε «αριστερούς» και «δεξιούς» με αποτέλεσμα τον Ελληνικό εμφύλιο (1946-49). Είναι η αρχή του ψυχρού πολέμου και στην Ελλάδα θα παιχτεί το πρώτο επεισόδιο.
Οι κομμουνιστές χάνουν τον εμφύλιο και υπόκεινται σε διώξεις, εξορία και λογοκρισία2. Οι συστηματικοί βασανισμοί, διωγμοί σε ξερονήσια (π.χ. Μακρόνησος, Άη Στράτης), στρατοδικεία και φυλακισμοί των Κομμουνιστών θα σταματήσουν το 1974 με την μεταπολίτευση.
Ο Ελευθερίου ανήκει στους «αριστερούς». Η δουλειά του θα υποστεί λογοκρισία την περίοδο της επταετίας (1967-1974). Ο στίχος «…παρά να ζεις με αυτήν την συμμορία και να μην ξέρεις τ’ άστρο του φονιά…» θα λογοκριθεί σε «…παρά να ζεις με αυτήν την κομπανία και να μην ξέρεις τ’ άστρο του φονιά…» όπως επίσης κι ο στίχος «… Με δέσαν στα στενά και στους κανόνες και ξημερώνοντας Παρασκευή …» θα αλλαχτεί σε «… Με ‘δέσαν στα στενά και στους κανόνες και ξημερώνοντας μέρα κακή …».
Και οι δύο λέξεις που λογοκρίθηκαν, αποτελούν άμεση αναφορά στην Χούντα των Συνταγματαρχών που καταλαμβάνει την χώρα την 21η Απριλίου 1967, ημέρα Παρασκευή.
Σύμφωνα με λήμμα στην wikipedia, Ο Μ. Ελευθερίου δημοσιεύει το τραγούδι στον δίσκο «Θητεία» το 1974, μετά την πτώση της Χούντας. Ο δίσκος - και πιθανότατα το «Μαλαματένια λόγια» - γράφετε από το 1971, άρα γράφετε μέσα στην επταετία.
Το 1971 είναι σημαντική χρόνια για τον Μ. Ελευθερίου. Λόγο των αναφορών στον Γιώργο Σεφέρη, μι υπόθεση εργασίας είναι πως ο θάνατος του Σεφέρη το 1971 αποτελεί την αφορμή για να γραφτεί το τραγούδι.
Η αναφορά στον Σεφέρη, μπορεί να χρησιμοποιείται και γιατί αποτελούσε πιθανότατα μέρος της διδακτικής ύλης στα σχολεία εκείνη την περίοδο.
Ο Γ. Σεφέρης γεννήθηκε το 1900 και είναι ένας από τους τρεις σημαντικότερους Έλληνες ποιητές του περασμένου αιώνα μαζί με τους Ο. Ελύτη και Κ. Π. Καβάφη. Είναι ένας από τους δύο Έλληνες που έχει βραβευθεί με Νόμπελ λογοτεχνίας (1963).
Το γεγονός πως προσωπικότητες όπως ο T. S. Eliot είχαν προτείνει τον Σεφέρη για Νόμπελ το 1955 και το 1961 δείχνει την καθολική αναγνώριση στο πρόσωπο του Έλληνα ποιητή, σε παγκόσμια κλίμακα, από τις αρχές της δεκαετίας του 50’. Ο Σεφέρης είναι ο αδιαμφισβήτητος πνευματικός ηγέτης της χώρας.
Ο θαυμασμός του Μ. Ελευθερίου για τον Σεφέρη, αντανακλάται ξεκάθαρα και στην κριτική που ασκεί το 2010 στον Ν. Καββαδία.
Ο Σεφέρης όμως δεν είναι «αριστερός». Είναι αστός με ότι αυτό συνεπάγεται. Τονίζει την ανωτερότητα του, περιφρονεί άλλους ποιητές (π.χ. Καββαδίας, Καρυωτάκης, Καβάφης) και διαφοροποιείται από την «κατώτερη τάξη» με κάθε ευκαιρία.
Το άλλο χαρακτηριστικό του Σεφέρη είναι η καταγωγή του. Ο Σεφέρης μεγάλωσε στην Σμύρνη, την Ελλάδα, ως κράτος, την έβλεπε πάντοτε από μακριά σαν μια ξένη χώρα. Παρότι λοιπόν πρέσβης, η ματιά του για την Ελλάδα είναι διαφορετική από άλλων λογίων της εποχής.
Αν και θα συνεργαστεί με τον Θεοδωράκη το 1960, θα αρνηθεί να συνδράμει σε δουλειά του ίδιου κι άλλων αριστερών καλλιτεχνών το 1968, καθώς το θεωρεί αδιάφορο. Το 1969 θα μιλήσει πρώτη φορά κατά της Χούντας δημόσια.
Η κηδεία του Γ. Σεφέρη το 1971 αποτελεί μια από τις ελάχιστες πορείες διαμαρτυρίας κατά της «Χούντας των Συνταγματαρχών» που έγιναν μέσα στην επταετία.
Το ποίημα θεωρώ πως αναφέρεται ευθέως στους σχολικούς μαθητές, από 7 έως 18 ετών, της εποχής εκείνης.
Μαλαματένια λόγια στο μαντήλι, τα βρήκα στο σεργιάνι μου προχθές, τ’ αλφαβητάρι πάνω στο τριφύλλι, σου μάθαινε το αύριο και το χθες, μα εγώ περνούσα τη στερνή την πύλη, με του καιρού δεμένος τις κλωστές.
Η πρώτη στροφή είναι άμεση αναφορά στα παιδιά που διδάσκονται Σεφέρη και ταυτόχρονα μια αυτοκριτική, καθώς ο ποιητής θεωρεί πως δεν μπορεί να ξεπεράσει τα δεσμά του, κάτι που θα το «πληρώσει» αργότερα.
Τ’ αηδόνια σε χτικιάσανε στην Τροία, που στράγγιξες χαμένα μια γενιά, καλύτερα να σ’ έλεγαν Μαρία, και να `σουν ράφτρα μες στην κοκκινιά, κι όχι να ζεις μ’ αυτή την κομπανία και να μην ξέρεις τ’ άστρο του φονιά
Η δεύτερη στροφή και πάλι αναφέρεται στα παιδιά που μεγαλώνουν κατά την διάρκεια της επτα-ετίας και διαβάζουν Σεφέρη, όμως μεταφράζουν τα ποιήματα του Σεφέρη κατά την ανάγνωση/αφήγηση των Χουντικών.
Ας έχουμε κατά νου πως δεν υπήρχε καμία ένδειξη το 1971 που γράφονται οι στίχοι, πως η Χούντα θα πέσει σε 3 χρόνια και θα έρθει η μεταπολίτευση κι όχι μια άλλη Χούντα ή ένας ακόμη εμφύλιος. Ο Ελευθερίου θεωρεί την «πλήση εγκεφάλου» δεδομένη, για την νέα γενιά.
Γυρίσανε πολλοί σημαδεμένοι, απ’ του καιρού την άγρια πληρωμή, στο μεσοστράτι τέσσερις ανέμοι, τους πήραν για σεργιάνι μια στιγμή, και βρήκανε τη φλόγα που δεν τρέμει και το μαράζι δίχως αφορμή.
Και σαν τους άλλους χάθηκαν κι εκείνοι, τους βρήκαν να γαβγίζουν στα μισά, κι απ’ το παλιό μαρτύριο να `χει μείνει, ένα σκυλί τη νύχτα που διψά, γυναίκες στη γωνιά μ’ ασετυλίνη, παραμιλούν στην ακροθαλασσιά.
Και στ’ ανοιχτά του κόσμου τα καμιόνια, θα ξεφορτώνουν στην Καισαριανή πώς έγινε με τούτο τον αιώνα και γύρισε καπάκι η ζωή, πώς το `φεραν η μοίρα και τα χρόνια, να μην ακούσεις έναν ποιητή.
Στις 3 παραπάνω στροφές ο ποιητής αναφέρεται στους διωγμούς των αντιφρονούντων, κυρίως των Κομμουνιστών. Η αναφορά στην Καισαριανή σημαίνει πως ο ποιητής δεν αναφέρεται αποκλειστικά στην περίοδο της επταετίας, αλλά ξεκινά από πριν, καθώς μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον που οι ακρο-δεξιές παρατάξεις με μια ή άλλη μορφή είναι πάντοτε στην εξουσία (1900-1974) (1940-1974).
Ο διαχωρισμός μεταξύ «αριστεράς» και «δεξιάς» προέρχεται από την Γαλλική Επανάσταση (1789). Στην Ελλάδα χρησιμοποιείται για πρώτη φορά με τους όρους «Ορεινοί» και «Πεδινοί» την περίοδο 1862-64, ενώ λόγος για «αριστερή πτέρυγα» θα γίνει πρώτη φορά το 1922 μέσα στο κόμμα των «Φιλελευθέρων»3.
Ο ποιητής που αναφέρει η στροφή, είναι ο Σεφέρης που πεθαίνει το 1971.
Του κόσμου ποιος το λύνει το κουβάρι, ποιος είναι καπετάνιος στα βουνά, ποιος δίνει την αγάπη και τη χάρη, και στις μυρτιές του Άδη σεργιανά, μαλαματένια λόγια στο χορτάρι, ποιος βρίσκει για την άλλη τη γενιά.
Εδώ ο ποιητής αναρωτιέται πιος γράφει την ιστορία, τα ιστορικά βιβλία που θα διαβάσουν οι επόμενες γενιές. Ποια αφήγηση των γεγονότων θα κυριαρχίσει. Στο τέλος αναρωτιέται ποιος θα αντικαταστήσει τον Σεφέρη.
Με δέσαν στα στενά και στους κανόνες και ξημερώνοντας Παρασκευή, τοξότες φάλαγγες και λεγεώνες, με πήραν και με βάλαν σε κλουβί και στα υπόγεια ζάρια τους αιώνες παιχνίδι παίζουν οι αργυραμοιβοί.
Ο ποιητής αναφέρεται ευθαίως στην Παρασκευή 21ης Απριλίου του 1967. Πέφτει θύμα λογοκρισίας, δεν μπορεί πλέον να εκφραστεί, δεν μπορεί να διδάξει και να πει την αλήθεια, στην νέα γενιά.
Η αναφορά στους «αργυραμοιβούς» πιθανώς είναι στους ξένους κι εγχώριους οικονομικούς παράγοντες4 που είχαν δοσοληψίες με την Χούντα. Η Χούντα όπως κάθε κυβέρνηση, παρουσίαζε τις ιδιωτικοποιήσεις ως συμφέρουσες για την χώρα.
Ζητούσα τα μεγάλα τα κυνήγια κι όπως δεν ήμουν μάγκας και νταής, περνούσα τα δικά σου δικαστήρια αφού στον Άδη μέσα θα με βρεις, να με δικάσεις πάλι με μαρτύρια και σαν κακούργο να με τιμωρείς.
Στην τελευταία στροφή προβλέπει το ζοφερό μέλλον, όπου οι νέοι θα τον κατηγορούν ως «κακούργο» γιατί αυτό θα έχουν διδαχτεί. Δεν ήταν αρκετά δυνατός για να αντισταθεί στην αλλαγή, άρα το όνομα του θα μείνει στην ιστορία με αρνητικό στίγμα για πάντα.
Θεωρώ πως γράφοντας το τραγούδι ο Ελευθερίου δεν αναφέρεται μόνο στον εαυτό του, αλλά σε όλους τους σημαντικούς αριστερούς καλλιτέχνες που έδρασαν από το 1930 έως το 1970 (Ρίτσος, Λειβαδίτης, Θεοδωράκης, κλπ.).
Χρησιμοποιήσα πολλές διαδικατυακές πηγές για να γράψω αυτήν την ανάλυση. Τις αναφέρω πιο κάτω, τους ευχαριστώ όλους. Χωρίς αυτούς μια ανάλυση θα ήταν πολύ πιο δύσκολη και πιθανότατα (πολύ πιο;) λανθασμένη.
Είναι πολύ δύσκολο να κριθεί αντικειμενικά το μέγεθος της υπερβολής, διότι το να εξισώνεις τους Γερμανούς ΝΑΖΙ με την Ελληνική δεξιά είναι υπερβολή. Ωστόσο πρέπει να αναγνωρίσουμε πως εκείνη την εποχή, η “πολιτική ταυτότητα” ήταν σημαντικότερη από την εθνικότητα. ↩
Αξίζει να διαβάσετε για την Συμφωνία της Βάρκιζας και τον Ελληνικό εμφύλιο στην wikipedia. ↩
Για λεπτομέρειες δείτε την εργασία του καθηγητή πολιτικών επιστημών του πανεπιστημίου Αθηνών Γ. Θ. Μαυρογορδάτου, «Αριστερά» και «Δεξιά» - Η γέννεση μια διάκρισης. ↩
Εικάζω η αφορμή γι αυτόν τον στοίχο ήταν η πολυδιαφημισμένη υπόθεση της αγοροπωλησίας του τρίτου διυλιστηρίου, γιατί συμπίπτει η χρονική περίοδος (1969-1973). ↩